25 May, 2011

στη χώρα του ποτέ.


Η νύχτα καθόταν ήρεμη στο θρόνο της.  Ο κόσμος κοιμόταν ανήσυχος όπως πάντα. Η μικρή Ζωή κοίταζε από ψηλά τους ανθρώπους και ρώτησε το αστέρι της:
-Πάμε κάπου αλλού; Έστω για επίσκεψη.
-Που θες να πάμε;
-Κάπου. Πάντως να μην μείνουμε εδώ αυτή την όμορφη νύχτα. Πάμε εκεί..
Το αστέρια έκανε μια στροφή και χαμογέλασε και είπε:
-Πάμε να δούμε ένα φιλαράκι..
Τότε το μαγικό χαλί ταξίδεψε τη Ζωή, δίπλα από τους πλανήτες, πάνω απ’ τα αστέρια, άνοιξε μια τρύπα στον ουρανό και χάθηκε.

Εμφανίστηκε στη Χώρα των παιδικών ονείρων, στη Χώρα του Ποτέ. Απ’ τη τρύπα του δάσους την υποδέχτηκαν τα κλαδιά των γέρικων δέντρων. Ζουζούνια, βάτραχοι, πουλιά, ψάρια, νυφίτσες τραγουδούσαν το «χαμόγελο της φύσης». Και ξαφνικά απ’ τον γαλάζιο ουρανό, κατέβηκε από το σύννεφο του.. ο Πίτερ Παν. Έδωσε μια ζεστή αγκαλιά στη μικρή και ταυτόχρονα της έδωσε και λίγη νεραϊδοσκόνη.
-Έλα, φαντάσου πως είναι να πετάς μαζί με τα χρώματα του ουρανού. Πέτα.
Και έτσι η μικρή πραγματοποίησε τη σκέψη της. Έπαιξε με το φίλο της μέσα απ’ τα σύννεφα, γύρω απ’ τα δέντρα. Φόρεσε το άρωμα του ουράνιου τόξου απ’ τα καλοντυμένα λουλούδια, ετοιμάζονταν για το δειλινό. Οι νεράιδες θα έρχονταν για να χορέψουν με τη μουσική των ινδιάνων. 
Δίπλα, η λίμνη με το μεταξωτό μπλε της φόρεμα. Οι γοργόνες να πετάνε κι αυτές μέσα στα νερά, μαζί με τους πράσινους μικρούς πρίγκιπες που περιμένουν την αγάπη να τους μεταμορφώσει, μαζί με τα χρωματιστά ψάρια που ψάχνουν τα μυστικά της άμμου.
Πέντε λεπτά έχουν μείνει μέχρι να δύσει.. Τα χαμένα παιδιά βγαίνουν από το δεντρόσπιτο τους για να απολαύσουν τη μαγική αυτή στιγμή. Ο Πίτερ Παν με τη μικρή κοντεύουν κι αυτά στο δεντρόσπιτο. Και…
 Να. Ο ουρανός πήρε το χρώμα της φωτιάς με τα όνειρα. Κόκκινο-μωβ-γαλάζιο. Και η Τίνκερμπελ μαζί με τις άλλες μαγευτικές νεράιδες να χορεύουν παθιασμένα γύρω απ’ τα λουλούδια, μέσα απ’ τα χρώματα του ουρανού. Μαγεύονται όλοι, μαγεύεται η φύση, μαγεύεται και η Ζωή.

Χωρίς να το καταλάβει η μικρή Ζωή βρέθηκε εκεί με το αστέρι της, μόνο που κόντευε να ξημερώσει.
-Πώς σου φάνηκε το ταξίδι? τη ρώτησε το αστέρι χαμουρώνοντας.
-Όπως ακούς εκείνη τη τρυφερή μελωδία όταν βλέπεις τα όνειρα σου στα σύννεφα.. Και πριν προλάβεις να χωνέψεις τη στιγμή, χάνεται μα ναι. Το ξέρω, υπήρξε, χαμογέλασε η Ζωή με τα μάτια της.
Χαμογέλασε το αστέρι και εξαφανίστηκε με τις ακτίνες του ήλιου.


16 May, 2011

ταξίδεψέ με.


Σε μέρη που δεν υπάρχει το χρήμα
ο καπνός θα ελευθερώνεται ανενόχλητος
τα πρέπει θα ‘ ναι νεκρά
κι η υποκρισία θα περπατάει τυφλή.

Σε μερη που η αγάπη θα φοράει κορόνα
κορόνα φτιαγμένη από σύννεφα,
βουτιγμένη στα τριαντάφυλλα.
Το πάντα δεν έχει γεννηθεί ποτέ
γιατί ο χρόνος θα ‘ναι συνέχεια στο μηδέν.

Θα χορεύουμε τους χορούς του θανάτου,
της βροχής.
Θα τραγουδάμε τραγούδια του νερού,
της σοκολάτας.

Σε μέρη που οι ψυχές θα κλαίνε με
τις κραυγές των λύκων.
Τα δάκρυα του πόνο θα γενούν
χαμόγελα από φράουλες.

Η θλίψη θα ΄ναι άνοιξη
και η άνοιξη χαρά.
Απ’ τα λουλούδια θα
βγαίνουν δράκοι.

Οι δράκοι των ανθισμένων χωραφιών
και της φωτίας
θα μας γλίφουν τα φτερά
και θα μας πετάνε
σ’αυτά τα μέρη..


08 May, 2011

*βγαλμένα απ'τη ζωή.


Κάπου πέρα από το τώρα, πέρα από το αύριο.. κάπου εκεί είναι κρυμμένο το όνειρο..

“ Το φεγγάρι εκεί ψηλά παρακολουθεί, βασιλεύει στον ουρανό που έχει ντυθεί με το φόρεμα της νύχτας. Ένα φόρεμα γεμάτο χιλιάδες λαμπρά αστέρια, χιλιάδες ψυχές. Είναι υπέροχη η θέα απ’ το παράθυρό της καμάρας μου. Μπορώ ακόμη να δω το ποτάμι, που τώρα έγινε καθρέφτης του φεγγαριού. Θα μπορούσα να κάτσω να το θαυμάζω μέχρι να φύγει..”

Μια τρύπα στην ψυχή. Την ράβω με κλωστές πολύχρωμες. Ευχαριστώ ουράνιο τόξο.

Χαμμένη στην οδό των ονείρων,
ένα μείγμα μυρωδιών με ζαλίζει..

-Όταν κάποιος με τις πράξεις του μου καίει τη ψυχή, τότε το φεγγάρι με το χρώμα του με βυθίζει στο πέλαγος των ονείρων.
-Κι αν δεν είναι εκεί το φεγγάρι;
-Έχω το αστέρι μου, που μου ανοιγοκλείνει το μάτι και μου χαρίζει νότες για να πετάξω μαζί του στο άπειρο..



Ο Μυαλο-φάγος Έρως.


Χρόνος.. Ο καλύτερος γιατρός ή ο χειρότερος εχθρός? Σου κλέβουν ένα κομμάτι της καρδιάς σου, του εαυτού σου και εσύ σπαράζεις,πονάς,κλαις. Περιμένεις το «γιατρό», μα αυτός άφαντος. Και εσύ εκεί να καίγεσαι στο πόνο και προσπαθείς να ράψεις την απουσία.

Η μικρή Ζωή καθόταν σε μια κούνια και μιλούσε με το αστέρι της. Όλα ήταν σκοτεινά γύρω της. Το άρωμα της δεσποινίς Νύχτας ήταν μαγευτικό.
-Νιώθω μια τρύπα στο στομάχι.. Βλέπω μια εικόνα συνεχώς. Το μυαλό μου δεν μου ανήκει πια, μου το ‘χουν κλέψει. Πρέπει να βρω τον κλέυτη.
Το αστέρι χαμογέλασε. Κατάλαβε. Και άρχισε να τρεμοπαίζει κοροϊδευτικά και να χορεύει. Χαμογέλασε και η Ζωή.
-Όμως.. γιατί να θέλει να κλέψει το δικό μου μυαλό? Το δικό μου κομμάτι? Και να με βασανίζει.. αλλά ταυτόχρονα μ’ αρέσει. Νιώθω εκείνη την εικόνα να μου δίνει φτερά και να με ταξιδεύει, χωρίς μυαλό.
Άρχισε να φυσάει κρύος αέρας, τα δένδρα ξύπνησαν αλλά τα λουλούδια είχαν ακόμη τα μαλλιά τους προς τα κάτω. Και το αστέρι χαζο-γέλασε. Η εικόνα είχε ξαναεπιστρέψει για να δώσει φτερά στη μικρή. Έτσι γνώρισε η Ζωή τον Έρωτα.

 

07 May, 2011

Πανσέληνος.


Το σκοτάδι χρωματίζει το γαλάζιο ουρανό
με χρώματα σκούρα, χρώματα της νύχτας.
Παντού. Σκοτάδι παντού.
«είναι η ώρα που αλλάζουμε μορφή»

Πάνω σ’ ένα λόφο
ακούγεται ο πόνος του λύκου.
Σπαραγμοί, δάκρυα.
Ο αέρας κρύος και ψυχρός
χορεύει σαν τρελός.

Κάτω απ’ τα νεκρά δένδρα
κόκκινα μάτια διψάνε για αίμα.
Βρικόλακες, νυχτερίδες.
Η ομίχλη τα ξεσκεπάζει
και φωνάζουν απεγνωσμένα.

Στον σκοτεινό ουρανό
σκούπες αρχίζουν να αιωρούνται.
Μάγισσες, μανδύες.
Τραγουδάνε και γελάνε
δίπλα απ’ τα σύννεφα πετάνε.

Μια βασίλισσα τους ελέγχει το μυαλό.
Όλα είναι μαγικά.
Γέλια-κραυγές-σκοτάδι-φωνές.

Και ξαφνικά γαλήνια σιωπή..

Λάμπει πίσω απ’ τη παγωνιά
η βασίλισσα.
Πανσέληνος.

Ελεύθερα δάκρυα.


 Εδώ μπερδεύτηκε το ψέμα με την αλήθεια. Το ψέμα του άλλου έχει γίνει η δική σου αλήθεια, μα η αλήθεια του άλλου σου μοιάζει ψέμα. Τι να πιστέψεις πια; Ποια είναι η αλήθεια;

Η μικρή Ζωή καθόταν και κοίταζε τον ουρανό.
-Γιατί φόρεσες τα μαύρα σου πάλι, ουρανέ;
Μα ο ουρανός δεν απάντησε. Και η μικρή συνέχισε να τον κοιτάει. Τα μάτια της πλημμύρισαν από αγωνία και ερωτήματα. Και ξαφνικά μια δυνατή αστραπή φώτισε τη θέα. Φάνηκαν τα πράσινα μαλλιά του χωραφιού. Χαμογέλασε η Ζωή.
-Σε καταλαβαίνω. Και εγώ κάποτε θέλω να κλάψω, μπορείς να το κάνεις ελεύθερα. Τα δάκρυα είναι μια παύση του γαλάζιου.
Ηρέμησε τότε ο ουρανός.. και άρχισε να κλαίει. Σηκώθηκε η μικρή και άρχισε να χορεύει. Οι σταγόνες της βροχής τραγουδούσαν ένα τραγούδι γλυκό σαν το παγωτό που έφαγε χθες. Άρχισε να κλαίει κι αυτή χορεύοντας.
-Σε νιώθω, είπαν τα δάκρυα της.
Είχε γίνει ένα με τη βροχή. Και χόρευε, και γελούσε, και έκλαιγε..