27 February, 2011

Δεν πας πουθενά.



Βρίσκεσαι στο κέντρο της ερήμου
με άπειρα πανήψηλα σπίτια.
Κόσμος περπατάει,τρέχει
κι εσύ εκεί μαζί με τη μοναξιά σου.

Πας να κοντέψεις σε κάποιον..
κι αυτός εξαφανίζεται.
Πας να μπεις σε ένα σπίτι
κι αυτό λιώνει.

Εσύ,τρέχεις.
Θες να ξεφύγεις απ' τη μοναξιά σου.
Μα αυτή σε ακολουθά
και γίνεται η δεύτερη σκιά σου.

Βλέπεις γύρω το σκοτάδι
ακους τη φωνή του νεκρού.
Τρέχεις χωρίς προορισμό
μα δεν πας πουθενά.

Χωρίς να το καταλάβεις
βρίσκεσαι στο ίδιο σημείο.
Άρχισες απο το τέλος,
τελίωσες στην αρχή.
Μα τέλος και αρχή
δεν υπάρχουν.

Κρύβεσαι κάτω απο μια πέτρα
φοβάσε, μη δε βρει η μοναξιά σου.

Μα αυτή σ'αγκαλιάζει
και σου ψιθυρίζει
"δεν πας πουθενά".


Δολοφόνος ο χρόνος.

Σαν άλογο ο χρόνος τρέχει
μα σαν χελώνα περπατά.
Τρέχει και όλους τους αφίνει
τρέχει κι όλους μας κυνηγά.

Τρέχει, να φύγει μακριά
κι ενα μαχαίρι κουβαλά..

Ο χρόνος λένε μας γιατρεύει,
λένε πως μας βοηθά.
Το μόνο που κάνει είναι να καίει,
να μας χτυπάει δυνατά.

Ότι έχεις σου το παίρνει
ότι αγαπάς σου το σκορπά
μόνο θέλει να σε βλέπει
μα αυτό που θέλει δεν μετρά.

Αντιμέτωπος έρχεσαι μ'αυτόν συχνά
μα δεν προλαβένεις να αντιδράσεις.

Αόρατος είναι μα τον νιώθεις
χάλια σε κάνει και πονάς.
Αυτός δεν σε λογαριάζει
σε κοιτάει και μαζί σου γελά.

Τι να κάνεις; Τον αφίνεις..
το μαχαίρι που κρατά
μέσα σου το σπρώχνεις βαθιά.

Κι έτσι ο χρόνος πιο γρήγορα τρέχει..
να φύγει μακριά..

Μάταιο το ΤΙΠΟΤΑ σας.


Με έφεραν εδώ
χωρίς να το ζητήσω
χωρίς να το θέλω.

Μου δώσανε στολή
μου δώσανε όνομα
μου δώσανε τις ‘γνώσεις’ τους
μου δώσανε το τίποτα.

Τη στολή που φορούσανε κι αυτοί
το όνομα που ήθελαν εκείνοι
τις γνώσεις που τους δώσανε οι άλλοι
το τίποτα που δεν είδανε οι ίδιοι.

Διαλέξανε αυτοί
το δικό μου μονοπάτι.
Μάταιος ο κόπος τους
μάταια τα λόγια τους.

Εγώ δεν είμαι σαν κι αυτούς
εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους.
Εγώ μπορώ τα θέλω μου
μπορώ τα όνειρά μου.

 


16 February, 2011

Πείνα του λύκου.


Όλα γύρω τα βλέπεις τόσο
απλά και όμορφα.
Δεν σε ενδιαφέρει τίποτα.

Βλέπεις εκείνο εκεί?
Μέσα του είναι τα πάντα.
Προσπαθεί να φανεί βασιλιάς,
να έρθει πρώτος σε ένα μηδενικό αγώνα.
Προσπαθέι,προσπαθεί, μα..
τίποτα δεν σταματά τη πείνα του λύκου.

Ζει μονάχος μαζί με όλους,
καταστρέφει καλύβα
για να φτιάξει ένα παλάτι,
κι αργότερα ένα κάστρο.
Μα.. τίποτα δεν σταματά
τη πείνα του λύκου.

Όλα αυτά που βλέπεις
εκείνο τα έφτιαξε.
τα βλέπεις τόσο απλά
κι όμως είναι τόσο ψεύτικα.

Όσες φορές κι αν το επιστευτεί
ο θάνατος
συνεχίζει να τον νικά
και να δημιουργεί κάστρα.

Μια μέρα.. η πράσινη μητέρα του
θα το σκοτώσει.
Μια για πάντα.